Σελίδες

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Νο 000160

φωτογραφία από την ταινία: Låt den rätte komma in


- Όταν ήμουν μικρός είχα σπάσει το χέρι μου πέφτοντας απ' το τελευταίο σκαλοπάτι του σπιτιού μιας γειτόνισσας που την λέγαν Αγάπη.
- Με είδες χθες; Με θυμήθηκες; Πες μου πως με θέλεις ακόμα γιατί πρέπει να σου πω πως πρέπει να ξέρεις πως έχω αλλάξει.
Θέλω να σου μιλήσω
έχω πιει και μετά ήπια έναν ποταμό νερό να μην έχω λόξιγκα
τόσο πολύ θέλω να σου μιλήσω.
- Δεν ήξερα πως είναι τόσο εύκολο να ξεκόψεις από κάποιον.
- Αρκεί να φύγεις πρώτος. Έπρεπε να στο 'χα πει.

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

No 000159

φωτογραφία από την ταινία: Black Swan

Αν η καρδιά σου είναι από κάρβουνο και στάχτη πια
στις όχθες του Οράγγη
άσε τα μάτια κόκκινα
να 'ναι οι μακρινοί πλανήτες
άσε το κορμί γυρτό
χτυπημένο από κομήτες

ό,τι δε σε σκότωσε
κρατά τον άσσο στο μανίκι
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη
αφέσου στη θλίψη

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Sleeping in Molly's chamber

Εκείνη που αρρώστησε όταν καίγονταν οι καλαμιές
στέκεται στην απέναντι όχθη του ποταμού,
έσπασε το θερμόμετρο απ' τον πυρετό κι ο αέρας της μιλά μέσα απ' το μακρύ της μανίκι
στα δάχτυλά της μικρές μπιλίτσες υδραργύρου
"άσε με να σ' αγκαλιάσω" ψιθυρίζει στο ποτάμι όταν σκύβει να καθρεφτιστεί κι εκείνο πολλαπλασιάζει την εικόνα της σ' όλο του το μήκος και το πλάτος κι όλα αποκτούν κάτι από εκείνη.
Εκείνη που αρρώστησε όταν έκοψαν τις λεύκες.

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Film noir

Θυμήσου ποιος ήσουν πριν θελήσεις
να βάλεις χέρι στο όμορφο πρόσωπό της
να της δείξεις τι θα πει ασχήμια.

Εκείνη φιλά ένα αδέσποτο σκυλί στο πάρκο
κι έχει στα χέρια της μια "πεταλούδα"
την κουβαλούσε μαζί της όταν ένιωθε πως αν χρειαστεί δε θα διστάσει να τη χρησιμοποιήσει
"άκου αυτό" σου λέει και σου δίνει ν' ακούσεις indian summer
εσύ την κοιτάς και δε σε νοιάζει
η ζωή σου γίνεται ασπρόμαυρη noir ταινία
"αν μ' αγαπήσεις θα κάνω το ίδιο" σου ψιθυρίζει κάθε μέρα
και τ' αριστερό της φρύδι σηκώνεται όταν σε κοιτά.
Δεν αργείς να μπερδέψεις τα πράγματα που κάνει μ' αυτά που κάνει μόνο για σένα.

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

Minimal

Κάτω απ' τον πλάτανο που παίζαμε μικροί
το παρόν τρεμοπαίζει με το παρελθόν
όταν γυρίζεις πίσω
αυτό που άφησες "είναι" για εκείνους που το βλέπουν πρώτη φορά
ή για εκείνους που δεν έφυγαν ποτέ
όχι όμως για σένα.

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

Υπερφυσικό

Διψάει για περισσότερο χώρο η φανταστική ζωή
φτιάχνει καραβάκια παλιά περιοδικά που ποντάρουν στην απόγνωση
"ρίξτου στο ποτό αυτά που θα σου πω"
"βήμα-βήμα πώς να ξεπεράσετε τον χωρισμό μ' έναν ζυγό".
Όσα για εκείνη δεν ήταν αρκετά
δε χωράνε μέσα σου πια
θάβεις στον κήπο αρκετά και τα υπόλοιπα τα καις με το φως της μικρότερης μέρας
"δε θα πάρω ποτέ σκυλί" ορκίζεσαι
και βγαίνεις μια βόλτα να βρεις απάτητο χιόνι να πιεις και να ξεχάσεις.

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Νο 000159



Δεν ηλεκτρίζονται πια τα χέρια μας
κι αυτό το βλέμμα σου
αλλάζει κυκλικά από "κάνε μου έρωτα" σε "είχες την ευκαιρία".
Νευρίαζες όταν δεν καταλάβαινα στο τηλέφωνο τη φωνή σου
όμως όταν πήρες χρόνια μετά και δεν μίλησες κατάλαβα πως ήσουν εσύ
θυμάσαι;
Όταν χιόνιζε έβαζες τα χέρια ώρα πολύ μέσα στο χιόνι και μετά αγκάλιαζες το πρόσωπό μου
"δε νιώθω τίποτα" έλεγες και τα μάτια σου δάκρυζαν.

Αν ήσουν εδώ
θα σ' έβαζα πάνω στο τιμόνι
για μια βόλτα με το ποδήλατο μέσα στο χιόνι.

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

12-12-1998

Ο ουρανός από νότο σε βορρά
βρέχει αψέντι αστράφτει ωρόρα.
Λίγος ο καιρός
όσο η ομορφιά καταπίνει όρκους "για πάντα".
"Δε θ' αλλάξουμε εμείς τον κόσμο"
ομολογείς
"όλοι εναντίων όλων"
και σταματούν τα όνειρα
και σ' απειλούν αιώνιες κατάρες
για μια σταλιά ζωής
μα εκείνη έρχεται κοντά
σου χαμογελά όταν τραγουδά
σου χαϊδεύει τα μαλλιά και παίρνει όλη την ευθύνη.

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

I blink in another boring day



Σκότωσε τη συνήθεια
πριν γίνει ανίκητη "Μή μ' αφήνεις" μιζέρια.

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

8+9+3=20 (A losing number in Japanese gambling)*

Είναι από αυτές τις μέρες που πας να φτιάξεις καφέ και σου πέφτει το μπρίκι απ' το γκαζάκι
πας ν' ανοίξεις μια μπύρα και σου γλιστράει το μπουκάλι
φοβάσαι μη τριτώσει το κακό κι αυτό μένει μέσα σου.
"Σ' αγάπησα θα μείνω μέσα σου 8+9+3 χιλιάδες χρόνια."
Τέρμα τα όνειρα γιατί φορούν πότε τη θηλιά και πότε τη γραβάτα.
"Έγινες τόσο ψεύτικος που δεν ενοχλείς κανέναν."
Κλείνεις και το τελευταίο παράθυρο
κι η κατάψυξη γεμίζει προμαγειρεμένα.
"Βγες έξω!"
Νύχτα με ποδήλατο απ' το κέντρο της πόλης μέχρι έξω στις γραμμές του τρένου
Τρίκαλα - Καλαμπάκα
τις διέσχισες τόσες φορές και σήμερα σου 'ρθε να ρωτήσεις:
"Προτεραιότητα ποιός έχει; Σταμάτα!"
- "Προτεραιότητα τ' αρχίδια μου μαλακισμένο! Δεν έχει απάντηση."
- "Τί;"
- "Το τραγούδι ρε. Δεν έχει απάντηση."

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

8+9+3

Ακόμα και στα όνειρα αδυνατώ να κάνω καινούργια αρχή
με πλησιάζεις "είμαι το νερό που κυλάει" ψιθυρίζεις.
"Είμαι πάντα το ίδιο ποτάμι" απαντάω κι η ανάσα σου μυρίζει γαλλικό καπνό και κονιάκ ξανά
προσπαθώ να γράψω τώρα που μου λείπεις λιγότερο
ανακατεύοντας μια δόση όνειρα και τυχαίες φράσεις
γεμάτος περιέργεια παρασκευάζω αυτό που στις 3 το ξημέρωμα αποφασίζει να γίνει εφιάλτης.

"Μή με ξυπνάς,
ακόμα να περάσουν 8+9+3 χιλιάδες χρόνια".

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

Adore

Όταν σου ζήτησα να εξηγήσεις το γιατί
"θα σου γράψω" είπες
μα στάθηκα μπροστά σ' ένα χαρτί με μαθηματικές εξισώσεις
"δεν κατάλαβα τίποτα" απάντησα
"θα σου ξαναγράψω" είπες
μα στάθηκα μπροστά σ' ένα χαρτί με αυτόματη γραφή
"πάλι δεν κατάλαβα τίποτα" απάντησα.
-"Τότε θα πρέπει να με πιστέψεις".

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Απροσδιόριστο

Μ' αφήνεις μόνο με μια χούφτα "Μαρία placebo"
να βγει κι αυτή η νύχτα
δυσκολεύομαι να με προσδιορίσω
δε ξέρω ποιον να γελάσω στο σκοτάδι
πως είμαι κάποιος άλλος
κι οι σκέψεις
βράχια σαθρά που επιστρέφουν σκόνη
μ' ανακατεύεις και φεύγεις
κι αν είναι τα χρόνια της φωτιάς
ποιος ήμουν πριν μου πεις "σ' έμαθα πια";
Θα σε ξαναδώ όταν γεράσουμε
μια ηλιόλουστη μέρα;

Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

Πτολεμαΐδα

Κάτω απ' τα γη
στα λατομεία της αγάπης σου
αναμνήσεις από λιγνίτη και τύρφη
είναι ο χαμένος μας παράδεισος
φτιαγμένος απ' τις βαθιές ρίζες των φουγάρων
που κάνει να λάμπουν τα μάτια σου
που κάνει να σε λατρεύω περισσότερο κιλοβατώρα την κιλοβατώρα.
Πάνω απ' τη γη
όνειρα από σκληρά μαθηματικά και φουσκωμένες με κάλτσα αρχίδια πιθανότητες
"τί σου κάνω"
"τί μου κάνεις"
ευνουχισμένη ποίηση επανάληψη την επανάληψη.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Vegetarian με μια ψυχή στο στόμα


Χαμογελάς και το στόμα σου είναι κίτρινο καλοψημένο καλαμπόκι
δαγκώνεις μια φορά και πετάς το υπόλοιπο απ' το παράθυρο
σε φοβάμαι όταν οδηγείς γιατί κλείνεις τα μάτια και κρατάς την ανάσα μέσα στις σήραγγες
"που είσαι τώρα" ρωτάω
"ακολούθησε την άσφαλτο" απαντάς και βγάζεις τα ταμπελάκια για τις επικίνδυνες στροφές
"Αυχένας Κατάρας Καλώς Ήρθατε" διαβάζω
πόσο έξω έπεσα όταν νόμιζα πως μια κατάρα με είχε κλείσει ανάμεσα στα πόδια σου...
.................................................................................

Απλώνεις το πόδι να με ρίξεις ενώ εγώ τρέχω κοιτάζοντας πίσω
εκσφενδονίζομαι και πέφτω με τα μούτρα στο φράχτη του κήπου σου που το γρασίδι είναι πιο πράσινο κι εσύ μου δίνεις μια γλυκιά κολοκύθα
παίρνω και τη μυρίζω σα να 'ταν τριαντάφυλλο
"είμαι vegetarian εδώ και χρόνια" λες
μα ξέρω πως η αναιμία σου δε στο επιτρέπει
"δε σε πιστεύω" ψελλίζω όταν ήδη έχεις πλησιάσει πολύ
εσύ σκύβεις χαμηλά στο συκώτι μου που έχει πλήρως αναπλαστεί
κι εγώ θυμάμαι πως δεν ήταν το ποτό που μου τ' άφησε μισό ήταν που μου το 'φαγες εσύ.

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

12-12

Αριθμός 8
μέρα Παρασκευή
"Meet me in Montauk"

"Να σουνα εδώ να μιλούσαμε Ταύρος με Ζυγό"
άσε καλύτερα γιατί πάλι μιλάει το ποτό
ορκίστηκα να καταπιώ τη γλώσσα μου όταν σε ξαναδώ
όταν χωρίσαμε μπήκα σ' ένα πρακτορείο κι έπαιξα τζόκερ
θα κέρδιζα και θα φεύγαμε μακριά ίσως σ' ένα νησί ή στην πουτάνα την αμερική
μα τί περίμενες
είμαι ο πιο άτυχος σαββατογεννημένος που κυκλοφορεί
σε πήρα ένα εκατομμύριο τηλέφωνα σε κανένα δεν απάντησες
όταν κουράστηκα πήρες εσύ
ακουγόσουν διαφορετική
τόσο καιρό είχα μπουχτίσει να φτιάχνω διαλόγους και τελικά κανένας δεν ταίριαξε
έκλεισα το τηλέφωνο καθώς μίλαγες με ατάκες που δεν κόλλαγαν στο σενάριο
πήρα τα δυο playmobile που μπόρεσα να σώσω απ' τα σκουπίδια και συνέχισα τον διάλογο μόνος μου
τα μοναχοπαίδια έχουν τον δικό τους τρόπο να γίνονται κυκλοθυμικοί
εσύ άρχισες να συμπληρώνεις παζλ που αγοράσαμε μαζί κι εγώ πέρασα ώρες ατέλειωτες μ' έναν αριθμό που λέγεται χρυσή τομή
είχες κρατήσει τον αριθμό μου στο κινητό σου χρόνια ολόκληρα χωρίς να πάρεις ποτέ
ήταν μια επίδειξη δύναμης
όπως τότε που με χώρισες στο ίδιο μέρος που τα φτιάξαμε
κάπως έτσι κανένας δεν καταλάβαινε αυτό που είχαμε κι οι λέξεις δεν το έκαναν να μοιάζει διαφορετικό
με χώρισες Σάββατο γιατί ήξερες πως αυτή τη μέρα δεν πιάνουν τα ξόρκια κι οι κατάρες
γιατί ποτέ δεν πίστεψες
πως είμαι ο πιο άτυχος σαββατογεννημένος που κυκλοφορεί.

Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

The Tale of the Heike

Ο ήχος από τις καμπάνες του μοναστηριού Gion Shoja αντηχεί την παροδικότητα όλων των πραγμάτων,
το χρώμα του λουλουδιού Sala μαρτυρά την αλήθεια
ότι για ν' ανθίσει πρέπει να πέσει.
Η περηφάνεια είναι προσωρινή, σαν φευγαλέο όνειρο ανοιξιάτικης νύχτας,
αυτός που είναι ισχυρός στο τέλος θα νικηθεί,
δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά σκόνη στον άνεμο.

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

"I wanna find one face that ain't looking through me" Bruce Springsteen

Κοίτα με κι ας μην καταλαβαίνεις γιατί δεν κοιμάμαι πολύ και γιατί ποτέ δε γράφω όταν είσαι κι εσύ εκεί
η συνωμοσία ήταν και θα 'ναι για πάντα στο γιατί ο ένας σκοτώνει τον άλλον
και όχι
το "δε θέλω ν' αλλάξω τον κόσμο" δεν είναι παραίτηση
μα εσύ λες "κοίτα τί έγινε εκεί" κοιτάζοντας τις ειδήσεις
παίρνεις τη σφαίρα γη και χώνεις το δάχτυλο σε μια χώρα
"δε νιώθω τίποτα" σου λέω κι εσύ γουρλώνεις τα μάτια
"αν δεν ήσουν εδώ δίπλα μου είτε ζούσες στο άλλο άκρο του πλανήτη είτε στο δίπλα δωμάτιο δε θα 'χε διαφορά
όταν δεν είσαι εδώ δεν υπάρχεις γιατί όταν δεν υπάρχει δράση κι αντίδραση η σκέψη γίνεται μια κακομαθημένη σκύλα."
Με φίλησες τόσο παθιασμένα που δεν κατάλαβα πως η γλώσσα μου βρέθηκε επικίνδυνα ανάμεσα στα δόντια σου.



Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Αγγελία


"Ζητείται απόμερη γκαρσονιέρα με ασπρόμαυρο πλακάκι για μια παρτίδα σχέση."

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

3/4 πανσέληνος, 1/4 νεκροταφείο ελεφάντων

Ανάβεις τ' αποτσίγαρο και το φτάνεις ως το φίλτρο
ξέρεις να κάνεις τα πιο όμορφα όνειρα όταν κανείς δεν είναι εκεί μα δεν είσαι στο όνειρο κανενός
άσε τα χελιδόνια να γεμίσουν φωλιές το μπαλκόνι
πέτα μια πέτρα έστω στα περιστέρια της πλατείας
κοιτάς απέναντι τον τρούλο της εκκλησίας
κάθε χρόνο περιμέναμε τους πελαργούς μέχρι που τους χάλασαν τη φωλιά για να φτιάξουν τη σκεπή
"ποιος μένει τώρα σ' αυτό το τεράστιο κτίριο;"
Πλανήτες που περιστρέφονται χωρίς ποτέ κανείς ούτε καν να τους κοιτάξει
ψυχές που ζούνε και πεθαίνουν μοναχικές και πανέμορφες

Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Ο Θεοδόσης Τάσιος στον λάκκο με τους Κοέλιο

Μια μέρα ανοίγεις το κουτί με τα παιχνίδια και βρίσκεις ξυράφια
ανοίγεις τα βιβλία κι οι λέξεις είναι μισές
κοιτάς εκείνη που αγαπάς κι είσαι έτοιμος να πείς
"εσύ το έκανες" μα δε θες να σπάσεις τη σιωπή
πίνεις ξανά
πίνεις πολύ και τραγουδάς moody blue
από βιβλιοπώλης θα γίνεις μπακάλης θα μυρίζεις φέτα και ούζο
"θα ξαναδιαβάσω τις ΦΩΝΕΣ" σου λέει εκείνη μα ξέρεις καλά πως δεν έχει χρόνο
το παρελθόν το έθαψε βαθιά μέσα της θάφτηκε στον κήπο και είναι έτοιμη να ξαναβγεί
μην περπατάς πάνω της και μη της ψιθυρίζεις
"θα σου πω κάτι αλλά μη το πεις πουθενά"
γιατί εσύ όταν παραπατάς χάνεις δέκα χρόνια και κάποτε θα τα ζητήσεις πίσω
όμως ακόμα αναρωτιέσαι πώς γίνεται το "μόνο εσύ με καταλαβαίνεις" να βοηθά την διαιώνιση του είδους
"α να ήμουν πατέρας στα 20" λες και θες να ξεράσεις το προξενιό των γονιών σου μαζί με το νερατζάκι
im a rabbit in your headlights αποφασίζεις και πίνεις περισσότερο
"μαγειρεύω καλύτερα τώρα" σου λέει κι εσύ χαμογελάς γιατί έχει διαβάσει τα ζώδια
θα έμενε μαζί σου αν είχες τελειώσει τη σχολή;
Μια κυρία μηχανικού με χώρια τα ζόρια...

Έμεινες πίσω ή έχεις παραιτηθεί;




------------------------------------------------------------------------------------
Σημείωση:
Ο Θ. Π. ΤΑΣΙΟΣ είναι Καθηγητής της σχολής Πολ. Μηχανικών Ε.Μ.Π


Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

Ότι έχω για να κρατηθώ πέθανε για να κρατήσει εσένα

"Μόνος σου ξανά"
μα δε μοιάζει απειλή γιατί σήμερα τ' αλκοόλ με στέλνει ψηλά
μιλάω με τη φωνή μέσα μου που μου φέρεται γλυκά
εσύ ανακατεύεις τα πόδια σου και μοιράζεις τα χαρτιά
δε νιώθω χαμένος πια γιατί σήμερα τ' αλκοόλ με στέλνει ψηλά...

Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Τοποθετώντας προσεχτικά το άσχημο μέσα μου

Το στρώμα ήταν πάντα στο πάτωμα
φοβόσουν να κοιμηθείς πάνω στο κρεβάτι
φοβόσουν και την ηλικιωμένη κυρία του πέμπτου που επέμενε να ρωτά κάθε φορά που συναντιόσασταν στο ανσανσέρ
"Γιατί με φοβάσαι; Μή φοβάσαι."
Δεν την είχα δει ποτέ αλλά σε πίστευα όταν επέμενες πως
"Τα μάτια της είναι γεμάτα από μίσος."
Τί θυμάμαι κι εγώ καλοκαιριάτικα.
Εγώ κοιμόμουν σ' άλλη πόλη κι εσύ μου 'γραφες γράμμα αφού δεν απαντούσα στο τηλέφωνο
"Κοιμήσου εσύ κι η τύχη σου δουλεύει" έγραφες στο τέλος.
Όταν βρεθήκαμε μετά από τόσα χρόνια ήθελα να ρωτήσω γι' αυτό αλλά φοβήθηκα την απάντηση ήθελα να σου πω ότι το μόνο πράγμα που ήθελα ήταν να πάμε σπίτι να ξαπλώσω και να κοιμηθώ στην αγκαλιά σου γιατί αυτό που ένιωθα ήταν μια απίστευτη κούραση
τίποτε άλλο εκτός από κούραση
"Ήταν αιώνες τα χρόνια που πέρασα μακριά σου κι εγώ πάλευα κάθε δευτερόλεπτο να σε ξεχάσω" θα σου 'λεγα κι εσύ λέει δε θα γέλαγες με τον τρόπο που τα λέω κάτι τέτοια αλλά θα καταλάβαινες και θα συμφωνούσες
μα δεν είπα αυτό
"Καταλαβαίνω" είπα κι ήταν σα να στριφογύρισα με μιας 15000 φορές στο κρεβάτι "Μπορώ να σε φιλήσω;"
κι εσύ χύμηξες να με φιλήσεις γιατί όλα φώναζαν πως ήρθες γι' αυτή τη τελευταία βραδιά. Δεν είπαμε τίποτα μετά
εσύ έφυγες εγώ πήγα σπίτι κι άναψα τσιγάρο
"Τα θυμήθηκα πάλι όλα αλλά τώρα είναι χειρότερα πως είναι δυνατόν να είναι χειρότερα;" είπα στον εαυτό μου
"Θα την ξεχάσω όταν κοιμηθώ θα κοιμηθώ όταν πεθάνω..."

Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

The past never dies

Αν ήσουν ποιητής
δε θα 'γραφες άλλη λέξη πια
θα τ' άφηνες όλα μέσα σου να σε κατασπαράξουν.

Περάσαν χρόνια ρεεεε

μέσα στο μπαρ
εσύ υγραίνεις το αυτί μου καθώς μου λες πως χόρευες honey white στο κοιμητήριο πάνω στο λόφο και πως γουστάρεις να περπατήσουμε ως εκεί κι ας είναι βράδυ
"μή μπερδέψεις τη θλίψη μας και την πεις αγάπη"
φώναζες όταν ο ήλιος έβγαινε κι η πόλη σου κι οι νεκροί της απλώνονταν κάτω απ' τα πόδια μας
κατεβήκαμε στο ποτάμι κι ένας μαλάκας είχε αμολήσει τα σκυλιά που μας κύκλωσαν γαβγίζοντας
"θα πεθάνω μόνη" είπες κι αυτά ησύχασαν
ήταν ένα υπερθέαμα να σε βλέπω να κοιτάς
προσπαθούσα να είμαι όσο γίνεται πιο πλάγια για να βλέπω το λευκό του ματιού
όλα ήταν διαφορετικά
ήρεμα
τα σκυλιά θανατώθηκαν
ακόμα φαίνονται τα σημάδια απ' τα ράμματα στο πόδι.

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

Άπνοια


Με κοιτούσες ακόμα ενώ ήμουν έτοιμος να στρίψω στον επόμενο δρόμο.
"Για πάντα φίλε μου θα σε θυμάμαι
για πάντα" είπες κι από φόβο μη ξαναγυρίσω πρόσθεσες
"άδειασέ μου τώρα τη γωνιά και μή σε ξαναδώ ποτέ μου."

Βράδια με φριχτά όνειρα κι απ' το νταβάνι που θέλει βάψιμο πέφτουν από φτηνό πλαστικό κομμάτια οι Περσίδες
θυμάμαι μόνο το τηλέφωνο του πατρικού σου
δεν είναι για τέτοιες ώρες και το κράτησα στη μνήμη
"όταν σε πνίγει το άπειρο θέλεις ένα παλιό τηλέφωνο να πάρεις το μηδέν" έλεγες
τώρα με πνίγει το μηδέν και ψάχνω εσένα.

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

ΜΠΛΑ ΜΠΛΑ ΜΠΛΑ

Για ν' αρχίσεις πρέπει να κόψεις συνήθειες που για να κοπούν πρέπει ν' αρχίσεις...

Ανακύκλωση




*

Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

Νο 000158

Όνειρα στεγνά από αλκοόλ και τσιγάρο
μυρίζουν χλώριο τα φιλιά της
παίρνω ανάσα και βυθίζομαι στο κρεβάτι
έχει έναν ψεύτικο ουρανό που φωσφορίζει στο νταβάνι
ασπρόμαυρες φωτογραφίες με κουκουλοφόρους που τρέχουν τοίχο τοίχο
ανάμεσα από τριαντάφυλλα κρεμασμένα επίτηδες ανάποδα να μαραθούν
φτιάχνω καφέ στο δικό της ποτήρι.
-"Στα πορνοσάϊτ κάποια Hannah σου μοιάζει"
-"Μην αφήνεσαι" λέει εκείνη και μου βάζει να ξαναδώ τον Πεταλούδα.
Λίγο πιο κάτω απ' το σπίτι ήταν οι πέντε δρόμοι
-"Όλοι τους σε βγάζουν στο ίδιο σημείο."
-"Δεν είναι δύσκολο να χαθείς εκτός αν έχεις γυρίσει όλους τους δρόμους μιας μικρής πόλης ενώ βρέχει χωρίς ομπρέλα στις 4 το πρωί"
-"Το έχω κάνει"
-"Τί σκεφτόσουν;"
-"Τίποτα"

Σάββατο 24 Ιουλίου 2010

Νο 000157

Δε σταματά να κυνηγά ξένες αναμνήσεις
ακούει χρόνια τώρα μόνο Morrissey και Springsteen
η γλώσσα της έχει τη γεύση του φραπέ
σε φιλά πριν κοιμηθείς και μένεις άυπνος σε μια πολυθρόνα με το δεξί πόδι να πάει πάνω κάτω νευρικά
κοιτάζεις απ' το παράθυρο τους απέναντι που ποτέ δεν ανάβουν τα φώτα το βράδυ
έχουν την τηλεόραση μόνιμα ανοιχτή να στέλνει σήματα μορς
"40 βαθμοί και υγρασία σώστε μας πνιγόμαστε σε μια επαρχία" που με τον καιρό τ' αγνοείς
σκέφτεσαι το ιδρωμένο στήθος της πρώην μπροστά στον ανεμιστήρα
το δηλητήριο που πότισες σε μια μπριζόλα γιατί στην αυλή μια αλεπού κάθε βράδυ παλεύει να φάει τις κότες κι ο σκύλος των δίπλα γαβγίζει ασταμάτητα
σκέφτεσαι τα τελευταία της βήματα
πηδά τον φράχτη και μόλις που προλαβαίνει να φτάσει στη φωλιά της
σκέφτεσαι τα ιδρωμένα μπούτια της πρώην σφιχτά σταυρωμένα μπροστά σ' ένα καφάσι παγωμένες μπύρες
και το πτώμα της θείας ετών 85 που πέθανε σήμερα και μπήκε στο ψυγείο για την αυριανή κηδεία
σκέφτεσαι πως όποιο πρόσωπο αγάπησες έχεις ονειρευτεί πότε να το σώζεις και πότε να πεθαίνει
"αντίο μου την έπεσε άσχημα κάποιος άλλος" σου λέει εκείνη κι εσύ παγιδεύεσαι να την αγαπάς για πάντα
και καμιά νύχτα από λευκό κρασί και Smiths δεν θα 'ναι αρκετή πια
ήσουν ένα πρεζάκι τεχνητής θλίψης μα τώρα είδες τη διαφορά...

Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Νο 000156

Όταν σηκώθηκε ο ήλιος δεν έλαμπε
ήταν μια τρύπα σκοτεινή στον φωτεινό ουρανό.
Κάθε τι γύρω του εξέπεμπε φως ακόμα κι ο ίδιος
έπιασε μια πέτρα κι άρχισε να τη στριφογυρνά
η επιφάνειά της ήταν πολύχρωμη σαν κύβος του Rubik που έπρεπε να λυθεί
πήρε μια δεύτερη πέτρα και χτύπησε την πρώτη
μικρές μαύρες τελείες αναπήδησαν κι έσβησαν πάνω στα δάχτυλά του
έκλεισε με δύναμη τα μάτια του και γρήγορα τα ξανάνοιξε μη αντέχοντας το δυνατό φως
εκείνη στέκονταν δίπλα του και τα χέρια της ήταν ανοιχτά και στο καθένα μια καρδιά γουρουνιού που έσταζε φρέσκο αίμα.
"Κοίτα πως είναι τώρα ευτυχισμένα" είπε δείχνοντας πίσω της.
Εκείνα πεσμένα ανάσκελα ανέπνεαν βαριά και στη θέση της καρδιάς είχαν μια πυραμίδα
στις δυο κορυφές πορσελάνινα φλιτζανάκια του καφέ ισορροπούσαν κι έδειχναν το δρόμο που οδηγεί σε μια μυστική πύλη που όποιος την πέρασε παγιδεύτηκε σε μια φωτογραφία ενός ποταμού που διέσχιζε μια πόλη που οι άνθρωποί της μιλούσαν ανάποδα και το ποτάμι της κυλούσε από τη θάλασσα προς το βουνό η κορυφή του βουνού με την έλλειψη οξυγόνου ήταν το ιδανικό μέρος για έναν προσομοιωτή αγάπης εκείνος στάθηκε μπροστά στο θαυμαστό έργο με το στόμα στεγνό και το ποτάμι χύθηκε μέσα του τα μάτια του άνοιξαν τόσο που το φως τα κατέστρεψε τα χέρια του βυθίστηκαν στο σκληρό χώμα ανοίγοντας κρατήρα προσπάθησε να δει μέσα στο σκοτάδι όπως έκανε παλιά πριν κοιμηθεί κι εκείνη ξανάρθε δίπλα του στα χέρια της κρατούσε μια ευχή ένα φίδι με δυο κεφάλια "το ένα δηλητήριο εξουδετερώνει το άλλο" του είπε "μή φοβηθείς πρέπει να σε δαγκώσουν και τα δυο και τότε η ευχή σου θα πραγματοποιηθεί". Εκείνος άφησε το ένα να τον δαγκώσει και γρήγορα έχωσε τα δόντια του άλλου στον καρπό της πριν προλάβει να πει τίποτα την άρπαξε και την φίλησε. H τελευταία του σκέψη λίγο έλειψε να ξεχαρβαλώσει τα χοντρά καλώδια του προσομοιωτή. Εκείνη έσφιξε το λαιμό του και χίμηξε στη φλέβα να προλάβει το αντίδοτο "θα με σκότωνε ο τρελάρας" είπε όταν όλα τέλειωσαν. Πήρε το χέρι του και γέλασε με τη βαθιά χαραγμένη γραμμή της ζωής. Έκρυψε το φίδι μέσα στα καλαμπόκια που ψήλωναν μέρα με τη μέρα και κοίταξε τον σκοτεινό ήλιο "με κάθε ευχή και μια κατάρα" φύσηξε στα χέρια της την πέτρα και την έβαλε στην τσέπη. Θυμήθηκε πως τρόμαζε όταν ήταν μόνη στο σπίτι και φαντάζονταν πως κάποιος ή κάτι ήταν στο δίπλα δωμάτιο. Μετά από λίγο δεν είχε σημασία ότι εκείνη το δημιούργησε. Το μόνο που ήθελε ήταν να βγει έξω να γλιτώσει.

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Νο 000155

Ξάπλωσε μπρούμυτα στο χορτάρι κι αυτό αμέσως χώθηκε στ' αριστερό του αυτί
το δεξί του μάτι έφτανε να δει τα σύννεφα που έσκαγαν με δύναμη πάνω στον ορίζοντα
μικροσκοπικά ρινίσματα σιδήρου συγκρούονταν στον αέρα εκεί και τη νύχτα νόμιζες πως ένας δεύτερος ουρανός είχε κατέβει χαμηλά
μέσα στ' αυτί του το χορτάρι μεγάλωνε
άκουγε τον ήχο που έκανε ανά 23 λεπτά ακριβώς
άκουγε τη χαρά του όταν τα πρωινά το πρώτο φως έφτανε απ' το δεξί του μάτι μέσα στ' αριστερό του αυτί φωτίζοντάς το
άκουγε τον ενθουσιασμό του τις νύχτες όταν μέσα απ' το τηλεσκόπιο του δεξιού του ματιού έβλεπε τους κρατήρες της σελήνης.
Μεγάλωνε όλο και περισσότερο
το ένιωθε μέσα του
κι από όλα τα πράγματα που σέρνονταν μέσα του πια
αυτό αγαπούσε...

Νο 000154

Το μεσημέρι οι δρόμοι γεμίζουν φίδια που πέταξαν οι οικολόγοι
κάτω απ' τον πλάτανο ένα ποτήρι τσίπουρο και μια φέτα καρπούζι
είναι θέμα χρόνου να βρω ό,τι έκρυψες μέσα στα καλαμπόκια που ψηλώνουν μέρα με τη μέρα
προς το παρόν σ' αρέσει τα νέα σου και τα νέα μου ν' αρχίζουν μ' ένα "θυμάσαι τότε..."

Στον ήλιο τα μανταλάκια έχασαν το χρώμα τους
κρεμάς ποιήματα μαζεύεις αποσιωπητικά.

Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

Νο 000153

Όλα θολά
φίλοι που λένε "βγες" κάνουν διάγνωση "κατάθλιψη" και κοιτούν πως κρατάς το ποτό και πως καπνίζεις το τσιγάρο
εσύ δε μιλάς πολύ από ευγένεια και τα πράγματα χειροτερεύουν
"είναι κλεισμένος στο υπόγειο" ακούς πίσω απ' την πλάτη
μα δεν απαντάς ούτε τώρα;
"Έχω μια γνωστή, καλή κοπέλα" πετάγεται άλλος κι εσύ δείχνεις κουρασμένος που σ' αναγκάζουν κάθε τόσο να επιστρέφεις από μακριά για ν' απαντήσεις κατάλληλα
τ' αφήνεις έτσι και τα πράγματα χειροτερεύουν.
"Είμαι μαζί της" λες δυνατά και δείχνεις την άδεια καρέκλα
δε λένε τίποτα, αλλάζουν κουβέντα
εσύ γυρνάς στον ώμο της ευτυχισμένος δε δίνεις σημασία και τα πράγματα χειροτερεύουν.

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Νο 000152

Ανατολικά
(σίγουρα δεν είσαι εκεί)
η μνήμη μου μια αγελάδα που κολυμπάει κάπως ανήσυχα στο Αιγαίο
διώχνει τον κόσμο απ' τις ακτές γιατί η ουρά της είναι λευκού καρχαρία
"έμαθες λίγα ισπανικά μα δεν είδες και τον ωκεανό" σου θύμισα
"η ουρά μάς έμεινε" απάντησες εσύ κι ετοίμασες βαλίτσες για Σκωτία
σκέφτηκα πόσο δύσκολο θα 'ταν να κουβαλάς κι εμένα είπα "αντίο"
και την επόμενη έφαγα τα μούτρα μου κάνοντας σκέιτ
τί το θελα σε τέτοια ηλικία
ήθελα ο μαλάκας να βγάλω ρόδες στα πόδια να μοιάσω με βαλίτσα.

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

Νο 000151

Άκου τη λεύκα που καίγεται μέσα στη νύχτα
κάποιος φοβήθηκε
γιατί τα μυστικά που έκρυβε η κοιλιά τα φώναζαν με μπερδεμένα λόγια τα κλαδιά της.

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Νο 000150

Μια τεράστια καρδιά στο στενό ποτήρι της αγάπης
εσύ μ' αναλύεις χρόνια στίχο στίχο
κι έχω τα χέρια σου ξυράφια να στάζουν σκουριά να πετάνε μικρές σπίθες στο σκοτάδι να παραμονεύουν να με πετύχουν μόνο
αρπάζομαι κι εγώ από σένα κι από σένα κι από σένα λέω το σ' αγαπώ πιο εύκολα απ' τον καθένα και φεύγω.

Πότε πότε επιστρέφω
ένα Σάββατο
πέφτω πάνω στην πιο μεγάλη παρέα που διασκεδάζει
κερνάω ποτά σου λέω δώσε μου αγάπη
μη μου λες πως δε γίνεται έτσι
σε ξέρω
πάμε μια βόλτα κάτω στο ποτάμι τέτοια ώρα είναι που οι παλιές φωτογραφίες πέφτουν απ' τις γέφυρες κι οι νέοι έρωτες κουλουριάζονται στην όχθη.

-"γεια"
-"γεια σου"
-"ζήσαμε μαζί μια ολόκληρη ζωή σ' ένα μόνο δευτερόλεπτο"
-"δε σε ξέρω"

"Θα με μισήσεις" μου είπες
κι έκλεισες σ' ένα κουτί
όσα εγώ θα παλεύω μια ζωή.

Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Νο 000149

Πίσω πάλι σε σένα
σαν τα τσιγάρα που έδινα μια και τσάκιζα το πακέτο στη μέση
το πετούσα στα σκουπίδια πάνω πάνω και μια ώρα μετά κάπνιζα τσιγάρα κολλημένα με σελοτέιπ στη μέση.

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010

Νο 000148

"Κλότσα τη μνήμη αλύπητα μή την ταΐζεις άλλο
και κάνε μια στροφή αφού δεν κάνει η γη
για να φύγει αυτή η μέρα θέλει φάλτσο."

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Νο 000147

Καλοκαίρι
κι είμαι για σένα παραλιακή ντισκοτέκ στο φως της μέρας.

Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Νο 000146

Πλαστικές καρέκλες σπίτια γύρω γύρω αυλές όλα πεταμένα μέσα στον κάμπο
από μακριά ακούγεται ο Γκιόνης
σου θυμίζει πως πρέπει να τα ποντάρεις όλα και να βγεις.
Είσαι έξω με το ποτό στο χέρι
τους παρατάς πριν το τελειώσεις παίρνεις το ποδήλατο και τρέχεις
στο μυαλό σου αναμνήσεις εναλλάσσονται με ταχύτητα πιο πολύ λες
κι αρχίζεις να λάμπεις
ο απέναντι έρχεται με χίλια και με τα μεγάλα φώτα.
Σκοτάδι πάλι λίγο πριν το σπίτι
σφίγγεις με όλη τη δύναμη τα χέρια και τα σαγόνια
κοιτάς πάνω τ' αστέρια κι ομολογείς πως προτιμάς να είσαι μόνος.
Πρέπει να το κατάλαβε κι ο Γκιόνης γιατί για το υπόλοιπο βράδυ
έβγαλε το σκασμό.

Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

Νο 000145

Φως
ζεστό γάλα στα μαλλιά σου
στο κάτω συρτάρι
κυριακάτικοι ποιητές χορεύουν ντίσκο του 80 κι η ντισκομπάλα καρδιά σου πάλι χτυπά ακανόνιστα
"μια απλή αρρυθμία είναι" λες "άσε με να ζήσω όπως θέλω"
η τηλεόραση χωρίς ήχο έπαιζε Morvern Callar
πόσο σου μοιάζει πήγα να πω μα είχες αλλάξει κανάλι
"το καλοκαίρι θέλει ασπρόμαυρες ταινίες".



Νο 000144

Τί να κάνω με τα λόγια σου
"όλοι ξέρουν τα πάντα για όλους με την πρώτη ματιά
δε στοιχηματίζουν χρόνο σε κανέναν".

Ξύπνησα από έναν εφιάλτη
ζούσα λέει σ' ένα τραγούδι των πυξ λαξ
που είχε γραφτεί για σένα και μένα
"ευτυχώς που με παράτησε" σκέφτηκα κι έβαλα Μωρά στη φωτιά στις έξι το πρωί για να δείξω ότι δε με νοιάζει τίποτα πια
κι ούτε θέλω να γράφω
κοιτάω μέσα απ' τις λέξεις όπως ο φυλακισμένος μέσα απ' τα κάγκελα.

Θυμάμαι ένα φιλαράκι που μπορούσε και διάβαζε τις σελίδες διαγώνια
είχε τελειώσει τη "Μεταμόρφωση" του Κάφκα μπροστά μου μέσα σε τρία λεπτά.
Του άρεσε.
Βγαίναμε κάθε βράδυ και πίναμε μέχρι που ξημέρωνε
εγώ πρόσφατα παρατημένος ενώ αυτός ήθελε κάποια που ήθελε κάποιον άλλον που ήθελε κάποια άλλη η οποία άλλη, δυστυχώς για όλους τους προηγούμενους (αν την ξέρατε θα συμφωνούσατε στο "για όλους"), τον ήθελε επίσης
κάθε βράδυ πίναμε μιλούσαμε και σκεφτόμασταν σαν τους γέρους του Μάπετ Σόου
χωρίς φασαρίες
μόνο να "πιάσουμε" μπαρ μας ένοιαζε.

Νο 000143

Έρχεσαι πίσω μου
μ' ακουμπάς με το χέρι στην πλάτη
αναρωτιέσαι αν στο τέλος θα έχουμε κι εμείς ένα άλμπουμ στο σαλόνι
ανάβεις τσιγάρο
όλες οι φωτογραφίες μας με μια κίτρινη κηλίδα.

Τ' αριστερό σου φρύδι μια γέφυρα
κρύβονται κάτω της αδέσποτα σκυλιά
κρύβουν στις κοιλιές τους την πρώτη αγάπη που έκρυβε πως μας κατάπιε
με κοιτάς πιο φιλικά τώρα που όλοι και όλα χόρτασαν.

Όσο περνάει ο καιρός
το σπίτι μικραίνει
καταπίνω πράγματα για να μην τα πετάξω
αν σ' έβλεπα ξανά θα σε δάγκωνα.

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 99

Λοιπόν τα σχόλια από αυριο κλεινουν

μετά το τελευταίο περιστατικό μαλακίας με δήθεν αντιγραφές

πάρτε το μπούλο γράψτε τα ψυχολογικά σας αλλού ή αν τόσο πολύ γουστάρετε στείλτε mail στο aboutariver@gmail.com


οι ip των επισκεπτών αποθηκεύονται απ την αρχή αυτού του blog

και ναι ρε πουστάρα για σένα το λέω

Τα σχόλια θα παραμείνουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα.

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010

Νο 000142

Το μισώ το παρελθόν
έχω στήσει ταμπέλα πάνω του "ΤΖΑΜΠΑ ΜΠΑΖΑ"

το μισώ αυτό το τέρας που κάποιοι το κόβουν και το ράβουν με λέξεις
να βλέπουμε μόνο τα γαλανά του μάτια

ρίξτε κι άλλο σκυρόδεμα
το παλιό ράγισε κι απ' αριστερά
άοσμο κι αόρατο σαν Τσερνομπίλ.
Δε θα ξεμπερδέψουμε ποτέ.

Να πάνε να γαμηθούν τα "όνειρά μας".
Ποιητές σου λέει
έτοιμοι να γυρίσουν πίσω
σε μάγους διδασκάλους και ηγέτες
δυστυχώς ακόμα κι όλη η αντιύλη του CERN δε φτάνει για να σας εξαφανίσει.

Η εντολή "Να γυρίσουμε στο ένδοξο παρελθόν" κρίνεται από το σύμπαν ως ακατανόητη.
Το μπούλο.


Τετάρτη 9 Ιουνίου 2010

Νο 000141

Καρδιά λειβάδι μ' άγριες μολώχες και σκληρό χώμα
καλοψημένα κρέατα απλωμένα στο κυριακάτικο τραπέζι
και τα ούλα μας να στάζουν ποτάμια αίμα ξανά
κάπου το διάβασα
έτσι συμβαίνει
έτσι αντιδρά το σώμα
μην εκραγεί όταν το αίμα
στενάχωρα μέσα του κυλά.



Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Νο 000140

Διάβαζες ποιήματα για να μην ουρλιάξεις
"δεν ξέρω τι φταίει"
"θέλω να μ' ερωτευτείς πιο πολύ από ποτέ
να σε παρατήσω έτσι πιωμένο κι απορημένο
ο μόνος τρόπος να 'μαι ευτυχισμένη είναι να ζούμε χωριστά
δε θα γεράσεις ποτέ αν δε σε ξαναδώ;"


Νο 000139

Αλλάζω πόλη και πέφτω πάνω σου
φοράς τα ίδια ρούχα μα σε φωνάζουν με λάθος όνομα
με κοιτάς περίεργα
δε με γνωρίζεις
είσαι στο 2% που κυκλοφορεί σε όλες τις πόλεις την ίδια στιγμή και μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό
σε καμιά δεν ήσουν ξανά με κάποιον που μου μοιάζει...


Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Νο 000138

"Με λένε Φαίδρα ζω στο λόφο που έχει πάντα σκιά."

Μέσα στην πόλη ξανά
ο λόγος είναι απ' τη φύση του έτσι
για να μιλήσεις
πρέπει να πιστέψεις
Δ Ε Θ Α ΜΟ Υ Π Α Ρ Ε Ι Σ Α Λ Λ Η Λ Ε Ξ Η
έτσι που φυλάχτηκα δεν ξέρω κώδικες
υποδέχομαι με αμηχανία όλα τα αισθήματα εκτός από τη θλίψη
δεν έχω πρόβλημα να κάνουμε παρέα
να κάνουμε έρωτα πριν ο χρόνος απαντήσει:

"Γιατί δε μιλάς; Τί σκέφτεσαι;"


Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

Νο 000137

Αστεία
χαμόγελα
πονηρές ματιές
δεξιά του δρόμου πάνω σε τυφλές στροφές

έξτρα κιλά
άσπρα μαλλιά
θλίψη που ήταν κάποτε εφηβική
άρχισαν "μπάρμπα μου" οι πληθυντικοί

φτάνει δε φτάνει ένα σκονισμένο τραγούδι
για μια νύχτα πανσέληνο "χωρίς"
φτάνει δε φτάνει ένα μαραμένο λουλούδι
για μια κούτα τσιγάρα "της επιστροφής".


Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Νο 000136

Είμαι σ' ένα σκοτεινό δωμάτιο
με το δάχτυλο στον διακόπτη
αν ανοίξω το φως
θα είσαι εσύ η παρουσία που αισθάνομαι δίπλα μου;
Θα σ' αγαπάω ακόμα;

Ξεντύνεσαι μπροστά μου
7 καμμένα pixels ήδη πάνω στο σώμα σου
πρέπει να κόψω τη συνήθεια να πετάω την εγγύηση.
Στο δάχτυλό μου μια μπάλα που στριφογυρίζει τόσο γρήγορα
που γίνεται μηδέν
κι εγώ στη μέση του κάμπου μίσησα όλες τις φάλαινες
τόσες φορές που γύρισες πίσω


Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Νο 000134

Πρώτο ραντεβού
παγκάκι για δύο
με καμιά δεκαριά χαρακιές FOR EVER...


Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Νο 000133

Είσαι απέναντί μου;
Είμαι πάλι άκαπνος και νηστικός
έχω πιει τρεις σκέτους καφέδες για να σε θυμηθώ
κι όλα τρέχουν
σαν να στέκομαι στη λεωφόρο πάνω στη διαχωριστική νησίδα
ή πάνω στη στροφή με λάθος φυγόκεντρο κι ανάμνηση
ζαλίζομαι
κι η επιστροφή δεν είναι όπως παλιά
σπύρα η ζωή μας από δω και πέρα
λίγο πιο πάνω από σένα
λίγο πιο κάτω από σένα
μα ποτέ μαζί ξανά.


Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Νο 000132

Λέξεις εύκολες
στάζουν καφέ και νερό κάτω απ' τ' αστέρια της άνοιξης
δε με νοιάζει που δεν είμαστε μαζί
και πότε "ήμασταν" εξάλλου;

Η μοναξιά είναι το μόνο μέρος
που μπορεί να υπάρξει η αγάπη
κι εκεί χωρίς δόλο
χωρίς συναλλαγές κάτω απ' το τραπέζι
ποντάρω χάνοντας
κι άλλο παρόν
κι άλλο παρόν
κι άλλο παρόν
.........................................................................



Σάββατο 15 Μαΐου 2010

Νο 000131

Θλίψη επιμελώς ατημέλητη
στουπί από παλιά ποιήματα και μιζέρια νεκρών ποιητών σε μπουκαλάκια μπεταντίν
βάλε μαύρα γυαλιά
"κλάψε για μένα"
άργησα να καταλάβω την ιδιαίτερη σχέση της γυναίκας με το αίμα.


Τρίτη 11 Μαΐου 2010

Νο 000130

Θυμήσου μετά τους έξι μήνες
ρωγμές και ξανά ρωγμές πάνω μου και πάνω σου
απόπειρες να καπνίσουμε αναβράζοντα ντεπόν
και το δωμάτιο μ' ένα παράθυρο και με καθόλου μπαλκόνι
όσα αστέρια είδαμε μαζί από κει αναβοσβήνουν σαν πράσινοι σταυροί

διανυκτερεύοντα φαρμακεία για πρώην χρήστες της αγάπης.


Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

Νο 000129

Όνειρα που πάτησαν ζεστή άσφαλτο
και τώρα στο σπίτι όπου πατάω ακούω συνέχεια κρατσ κρατσ μικρά χαλικάκια

λιγότερο κοινωνικός από ποτέ
με χαιρέτησε η πωλήτρια στο πολυκατάστημα σήμερα
χαμογελούσε με τρόπο που σε κάνει ν' αναρωτιέσαι.
Καλή στη δουλειά της.
"Μή μου το κάνεις αυτό. Μου θυμίζεις πως είμαι ερωτευμένος μ' ένα φάντασμα." Πήγα να πω.
Εσύ ένιωσες ντροπή κι εξαφανίστηκες. Μόνο το χέρι σου μπορούσα να δω να με κρατάει σφιχτά. Βγήκα στο δρόμο βιαστικά. Ίσως αύριο ξανάρθω σκέφτηκα κι αμέσως φαντάστηκα τον εαυτό μου να γυρνάει από διάδρομο σε διάδρομο ψάχνοντας την ευγενική πωλήτρια. Φτάνοντας σπίτι είχα ήδη κουραστεί απ' αυτό το απρόοπτο γεγονός, με γέμιζε σκέψεις λες και δεν είχα αρκετές για τη ζωή μου που εν τω μεταξύ συνεχίστηκε...



Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Νο 000128

Ένα χρόνο μετά ξαναγεμίζω τα πνευμόνια μου καπνό
"είμαι σε διακοπές" σκέφτομαι και το φτάνω στο φίλτρο.
Δεν είναι συνήθεια πια
όλη τη νύχτα ακούω Springsteen
εσύ δίπλα μου αμίλητη, απογοητευμένη
"δε θα κοιμηθώ νύχτα ξανά" σκέφτομαι κι ανοίγω τα μάτια μου περισσότερο
κι όταν ξημερώνει τα μάτια μου έχουν μεμβράνες από ηλίθια όνειρα που κάηκαν πάνω τους
μα εσύ αλώβητη περιμένεις πότε θα κοιμηθώ για να ορμίσεις.


Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Νο 000127

Σαν ζευγάρι που έμεινε χρόνια μαζί
δυο ρόλοι
αφέντη και δούλου
που εναλλάσσονται ακριβοδίκαια.

"Μήν κάθεσαι μόνος.
Δεν ελέγχεται ο μόνος.
Όλοι μαζί..."


Τρίτη 4 Μαΐου 2010

Νο 000126

"Θέλω ν' ακούσω να το λες
δεν μου χρωστάς
δεν σου χρωστάω τίποτα!"

Την έχεις άσχημα
όταν φτάνεις στο σημείο να βλέπεις πως όλοι και όλα είναι μια συναλλαγή
κι αν αρνηθείς είσαι έξω ενώ περνάει ο επόμενος
αλλά εκεί έξω βρίσκονται όσοι δεν κατάλαβαν καν ότι έγινε ερώτηση
κι εσύ αρχίζεις να τρέχεις...


Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Νο 000125

Φοβάμαι μή τυχόν και ξαναπάρεις τηλέφωνο
κι ακούσω τη φωνή σου
έμαθα να σ' αγαπάω με διαλόγους που δεν έγιναν ποτέ
σαν το ζευγάρι που έτρωγε αμίλητο στην ταβέρνα στη Θεσσαλονίκη και σε νευρίαζε η σιωπή του
το κακό ήταν αυτό που είπες την τελευταία φορά
πως "με καταλαβαίνεις" και το χειρότερο ήταν πως το εννοούσες
από τότε σε σκέφτομαι πιο έντονα από ποτέ
μα είναι όλα χωρίς καμιά κρυφή ελπίδα πια
το "τελειώσαμε" γυρνά και ξαναγυρνά
κι η σκέψη μου, μόνο με πρόωρη εκσπερμάτωση μπορεί να συγκριθεί

κι αυτό είναι κάτι που σίγουρα δεν καταλαβαίνεις...

Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

Νο 000124

"Θα σε ξαναδώ;"

Τελευταία φορά που σε είδα τόσο όμορφη ήταν μια καλοκαιρινή βραδιά σ' ενοικιαζόμενο δίπλα στη θάλασσα
μούσκεμα στον ιδρώτα ξαπλωμένος μπρούμυτα με τα μάτια στραμμένα στη βεράντα
άκουγα τη μουσική και τις φωνές του κόσμου που διασκεδάζει και σε θυμήθηκα.

Πώς γυρνάς στην "πριν από 'κείνη" κατάσταση, πώς όποιο κύτταρο μεταλλάχθηκε και σ' έκανε να αισθανθείς ανίκητος μαζί της τώρα το μόνο που κάνει είναι να αρνείται αρνείται αρνείται...

Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Νο 000123

Τί να μου πεις κι εγώ απ' τη ζωή σου...

(Έτσι μπράβο,

"έξυπνα")

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Νο 000122

Πόση σημασία έχει να σκέφτεσαι,
την ώρα που η πόρτα του σπιτιού είν' ορθάνοιχτη;
"Βγες έξω!!!"

Έτσι να σκέφτεσαι
"έξυπνα".

Τους είδα,
υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι,
φεύγουν απ' τα τσιπουράδικα μυρίζοντας ακόμα κολόνια,
ταΐζουν αδέσποτα σκυλιά έχουν ποδήλατο και πάνε στο θέατρο,
θυμίζουν σπίτια με τεράστια ανοίγματα κι αφιλόξενους γείτονες,
και μ' αυτό το βιβλίο για την Βαρκελώνη που ξέχασες
σκότωσα μια κατσαρίδα.

"Βγες έξω!!!"
Πάντα αργούσα να καταλάβω τη φωνή σου όταν έπαιρνες τηλέφωνο
κι εσύ νευρίαζες.

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Νο 000121

Τα βράδια κλέβω ολόκληρα κομμάτια ετοιμόρροπων πολυκατοικιών
άλλοτε γεμάτα συνθήματα
άλλοτε μ' εκείνες τις εξισώσεις που δεν υπάρχει άγνωστος
απλά Δ+Μ=L.F.E.

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Νο 000120

Είναι νύχτα κι εγώ κάπου ψηλά
κοιτάω πότε τα φώτα της πόλης πότε εσένα
σε ξεχνάω όλο και πιο συχνά
ανοίγεις τα χέρια και λες ¨καταλαβαίνω"
κι εγώ θέλω να γελάσω δυνατά
να καταστρέψω και το τελευταίο σου όνειρο
γι' άλλη μια φορά
με αρπάζεις
με φιλάς
και με προλαβαίνεις.

Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Νο 000119

Ήμουν τεσσάρων χρονών όταν γεννήθηκες,
κοιτούσα ξεχασμένος τον ήλιο μα δεν ήταν καλοκαίρι για να καούν τα μάτια μου,
μέχρι που μια παλάμη μπήκε ανάμεσα και στο ξαφνικό σκοτάδι σε είδα,
ήσουν ένα όμορφο κορίτσι που χόρευε σε μια παλάμη,
"θα σε ξαναδώ, σε λίγα χρόνια θα ξαναβρεθούμε, πώς σε λένε;" φώναξα καθώς χανόσουν μέσα στο σκοτάδι εκείνης της παλάμης,
εσύ κουνήθηκες πάνω κάτω πάνω κάτω μα μόνο το πρώτο γράμμα φαινόταν πια από σένα,
Μ
κι από τότε
ποτέ δεν κατάφερα να γράψω ή να πω τον μήνα που γεννήθηκες σωστά
όσο και να με διόρθωναν όλοι,
εγώ επέμενα:
ΟκτώΜβρης.

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

Νο 000118

"Ανθρώπους θέλω να 'χω δίπλα μου
ανθρώπους
που να ξέρουν καλά τι 'ναι το ροδόσταμο και τι το φαρμάκι
και να επιλέγουν."

Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Νο 000117

Οι λέξεις κρέμονται μπροστά απ' τα μάτια σου όπως τ' αστεία γυαλιά που φορούσες τις απόκριες,
μικρά vertigo που με ζαλίζουν,
ξέρεις καλά τη διαδικασία:

ψέμμα - κόρες που διαστέλλονται κάτω απ' την παλάμη σου - και τα μεγάλα σου φώτα που δεν τρομάζουν μια σταλιά αυτό που έρχεται απ' το κέντρο της πόλης κι απ' τα περίχωρα,
"ακολούθησέ με" φώναξα κι εσύ απάντησες "atrocities" και ξεκόλλησες απ' το παπούτσι σου μια μασημένη τσίχλα, αυτό που σε κράταγε στη γη.

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

Νο 000116

Αυτό που φοβάσαι κάτω απ' το ριζόχαρτο,
το μεγάλο σχέδιο, δεν ήταν παρά παιδικές ζωγραφιές,
κοιμήσου μαζί μου ν' ονειρευτούμε πάνω απ' την πόλη μ' αερόστατο,
μια μηχανή του χρόνου που πάει στο "από κάπου σε ξέρω" με σβηστές μηχανές.

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

Νο 000115

Ένας ψίθυρος
κάτω απ' το κρεβάτι
"όχι"
πίσω απ' την κλειστή πόρτα της αποθήκης
"όχι".
Μια σκιά κάτω απ' τη σκάλα
"τρέξε!".

"Πώς ξεκίνησε ρωτάτε γιατρέ; Δεν ξέρω ακριβώς. Εγώ όταν τον γνώρισα είχε μια γοητεία το i 'm a loser baby στυλ. Κάποια στιγμή βέβαια έμεινε σκέτος loser."

Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Νο 000114

Ανατολή στην παγωμένη Ανταρκτική και 'συ στο νερό του ποταμού μέχρι τα γόνατα
τ' όνομά σου είναι Φηιβγυ8ιηφγ6αφγυηαθια7δα6
θα πάρει χιλιάδες χρόνια να βρεθεί τι σημαίνει αυτό
ή μια στιγμή και δεν θα έχει σημασία πως σε βάφτισαν.
Δεν είχα ιδέα τί παθαίνεις όταν ενώνεις αυτό μ' αυτό και σπας με δύναμη το άλλο
σε κράτησα κάτω απ' το νερό όσο κρατούσα τη δική μου ανάσα,
όταν σε γύρισα "Δεν είμαι εγώ" με κοίταξες "Εγώ κάνω τη βόλτα μου μ' εκείνον που ήρθε μετά από σένα. Δεν είμαι εγώ. Άσε με."
Σε άφησα και τότε κοιμήθηκα μετά από χρόνια.
Όταν ξύπνησα δε σε θυμόμουν πια βγήκα έξω το βράδυ και τότε γνωριστήκαμε.
Κάναμε έρωτα όλη νύχτα και τώρα ξημερώνει. Εγώ ετοιμάζομαι να κοιμηθώ στην αγκαλιά σου ενώ εσύ καπνίζεις κι ούτε που προσέχω αυτό το χαμόγελο που λέει πολλά για την αφέλειά μου να σε πιστεύω.

Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

Νο 000113

- Πρώτη φορά που δύει ο ήλιος και δεν είμαστε μαζί.
- Να ποτίζεις τη γλάστρα μου και μή κοιτάς συχνά παλιές φωτογραφίες.

Εκείνη φοβόταν το σκοτάδι και το φως έμενε ανοιχτό ακόμα και τη μέρα.

Μα δε φοβόταν πια.

Πάνω απ' τα σύννεφα που φωτίζονταν απ' τα φώτα της πόλης, ιπτάμενα σκυλιά, για να μην πάρουν ποτέ τα όνειρα σάρκα και οστά. Κάτω απ' το θολό νερό του ποταμού, της αγάπης η άδεια θηλιά. Και μέσα στη χούφτα της η κόκκινη μύτη του κλόουν.

- Σου 'χα κλείσει τη μύτη με το χέρι και τότε μ' αστεία φωνή μου είπες "σ' αγαπώ" για πρώτη φορά.

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Νο 000112

Μή μιλάς άλλο, είσαι μεθυσμένη,
καρδιά μου υπομονή, ξερνώ όσα ήπια "στην υγεία της παγκόσμιας ειρήνης",
αφοπλισμένος πετώ μια τελευταία μολότοφ στ' άσπαρτο χωράφι,
σε ξεγέλασε μαλάκα μου η ανάμνησή της "τράβα σπάσε τα μούτρα σου πιο πέρα".

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

Νο 000111

Μια επαρχία σκληρή, με μια κομμένη εξάτμιση που δεν αρκεί για να εκφραστείς.
Με τα λεφτά σου, μπορείς να πας στα μπουζούκια όπως θες, με τις λαστιχένιες παντόφλες κατευθείαν απ' το χωράφι. Με μια ζεμπεκιά γέμισε η πίστα λάσπη. Δε μιλάς. Μες στο ποτήρι σου ο Ντύλαν Τόμας κάνει απλωτές κι ο Κοεμτζής χορεύει "Πριγκιπέσσα".

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Νο 000110

Χάος.

Τις τελευταίες μέρες δεν προλαβαίνω να κλείσω τα μάτια κι εμφανίζεσαι
ΓΥ*Γ&ΓΗ μου λες και μου δείχνεις το μεσαίο δάχτυλο.

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

Νο 000109


Φτάνει με τ' οξυγόνο,
κέρνα ένα και δες
τον καπνό να κρύβει τα μάτια μου.
Παράξενο,
όταν μου χαμογελάς δεν αρκεί η αγκαλιά μου,
όταν είσαι ευτυχισμένη τα δάχτυλά μου μπερδεύονται,
χάνεται ο ρόλος μου,
όταν είσαι χαρούμενη δεν έχεις ανάγκη κανέναν.
Κι έμενα;
Δε με σκέφτεσαι εμένα;
Α... Δε θα σ' αφήσω ποτέ έτσι χαρούμενη...

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

Νο 000108

Το χέρι σου στο δικό του.


34 χρονών και συνεχίζω.
Ωστόσο, έζησα πολύ λιγότερο,
για την ακρίβεια έζησα κάποιες ώρες κι από ένα λογιστικό λάθος βρέθηκα να έχω ένα υπόλοιπο από χρόνια.


Είναι αστείο πως όταν εγώ πόνταρα τα πάντα σε σένα
πόνταραν πάνω μου χαμογελαστοί παπάδες, ο Πάουλο Κοέλιο και σύμβουλοι αστρολόγοι.
Προς το παρόν τους έχω ξεφύγει
κι είμαι βραχνιασμένος απ' το γήπεδο την Κυριακή,
μα όσο κάποιοι πιστεύουν και το σύμπαν συνωμοτεί
ποτέ δεν ξέρεις...

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000107

Χιλιόμετρα όνειρα έχουν τρακάρει πάνω σου.
"Στις ομορφιές σου."

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000106

Χάνω τα λόγια μου όταν σε βλέπω,

χάνεις το χρόνο σου μαζί μου.


Κάτω απ' το δέρμα μου εκτρέφω αναμνήσεις,

θυμάμαι πως γεράσαμε μαζί, πως δεν κάναμε παιδιά, πως δεν μας ανήκει ούτε αυτή η ψεύτικη αιωνιότητα.


Δεν ήταν η σειρά μου, αλλά όταν με κοίταξες μ' εκείνο το βλέμμα της αμφιβολίας που ξέρουν μόνο οι γυναίκες, "ζήσαμε;" με ρώτησες, πέθανα πρώτος.

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000105

-"Δεν είναι δύσκολο να δραπετεύσεις απ' την άσπρη μπίλια της Ανδρομέδας"

- "Ό,τι πέταξες κύλησε στο ποτάμι και χάθηκε. Ό,τι κράτησες περιστρέφεται κι ονόματα άγνωστα κληρώνει."

- "Στο διάολο αυτοί που μ' αγάπησαν και με γνωρίζουν από χρόνια, στο διάολο το συγκεκριμένο. Απόψε είμαι ικανός για όλα."

- "Die die die my darling."

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000104

Περίεργο, καμιά φορά,

όταν τα φτιάξαμε μου χάρισες μια κασέτα μ' ένα τραγούδι του Λάκη Παπαδόπουλου που δεν είχα ξανακούσει
κι όταν χωρίσαμε έστειλες με το ΚΤΕΛ μαζί με τα τελευταία μου πράγματα μια κασέτα Portishead.

Τις έχω κρατήσει γιατί (χα εσύ ξέρεις για πότε),
όταν θα κάθομαι με την τέλεια οικογένεια στο τέλειο σπίτι και θα κοιτάω το τέλειο γκαζόν,
η δική σου ανάμνηση θα 'ναι ακόμα μια πληγή
που θα χαλάει το τοπίο σαν καρέκλα πλαστική.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000103

ίμαι η ουρά ενός αριθμού που δεν επαναλαμβάνεται ποτέ.
Τυχαίος κι απρόβλεπτος, στο χέρι του θεού
ήμουν το ζάρι.
"Έχω το Σχέδιο" φώναζε και με πέταγε στον αέρα
"Είμαι το Σχέδιο" κροτάλιζα κι εκτόξευα σουπερνόβα."

Ένα παιδί μετράει τ' άστρα κι επαναλαμβάνει:
"Γιατί σ' εμένα;"

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000102

Μικρά τίποτα
που κάποτε σ' οδήγησαν στο κρεβάτι της,
έχουν συγκολληθεί ανάμεσα σας και διεκδικούν κι άλλο χώρο.

-"8 πόλεις μακριά μου. Κι εγώ στο 72 χιλιόμετρο κάθετα, ένα τεράστιο ψάρι, σαν ακρωτηριασμένο άπειρο. Αυτό είμαι από τότε."

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000101

Οι ματιές τους ήταν, είναι και θα είναι, ίδιες.

Όπως άλλοι βγαίνουν με μια κάλτσα μα κανείς εκτός απ' τους ίδιους δεν το καταλαβαίνει και στο τέλος της μέρας επιστρέφουν σπίτι περπατώντας αλλά σχεδόν κουτσαίνοντας για να τραβήξουν τα βλέμματα, έτσι κι εσύ αναπολείς εκείνη τη μέρα που μας είδαν σκεφτικούς και ρώτησαν: "Τί τρέχει;"
"Καταστράφηκε η ζωή μου" απάντησες και έζησες χωρίς να ξαναμιλήσεις γι' αυτό.
"Τίποτα" απάντησα και καταστράφηκε η ζωή μου.

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000100

-"Σκέψου έναν αριθμό."
-"Ναι."
-"Κοίτα πως έρχονται γύρω σου όλα τα πλάσματα ν' ακούσουν. Θα κοιταχθούν και θ' αρχίσει το μεγάλο να τρώει το μικρό. Τί γεύση έχουν;"
-"Δεν ξέρω."
-"Φίλησέ με.
Τώρα;"
-"Μπαταρία."
-"Ήταν το πρώτο φιλί;"
Εκείνη είπε ψέμματα αλλά το βράδυ, όταν χτένισε τα μαλλιά της, άστραφταν στον ουρανό οι Λυρίδες.
-"Τα μαλλιά μου γέμισαν άμμο."
-'Άσε με να τα λούσω."
-"Θα βρέχει για ένα εκατομμύριο χρόνια."
-"Αλλά δεν μπορεί να βρέχει για πάντα."

Νο 000099

Λίγο δέντρο
πιο πολύ μπετόν.

Θυμάμαι τη φωτογραφία από ένα βιβλίο του δημοτικού
μια μικρή γη και παιδιά απ' όλες της φυλές γύρω της να κρατιούνται χέρι-χέρι
μπροστά μας ο δάσκαλος που όλα τα ήξερε χαμογελούσε πικρά
"για κοίτα ρε τα μαλακισμένα" σκέφτονταν "φοράνε το ίδιο τζιν και πίνουν κόκα-κόλα"
"εμείς στα νιάτα μας" έλεγε μετά και συνέχιζε μέχρι να δει τα πρώτα κατεβασμένα κεφάλια
"ν' ακούς το δάσκαλο" σου κοπανούσε κι η μάνα που "τότε ήταν πόλεμος και δεν ήταν χρόνια εκείνα να μάθουμε γράμματα τρεις χρονιές πήγα παιδί μου ενώ εσύ τώρα..."
τ' απόγευμα στο κατηχητικό ο παπάς είχε προσθέσει στο "μάθημα" και διάφορα παιχνίδια για να μας κρατά και να καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί "δεν πρέπει να κοιταζόμαστε τα μεσάνυχτα στον καθρέφτη ούτε ν' ακούμε τραγούδια με κρυφά μηνύματα όπως το Hotel California" και μας έβαζε δίσκους της Μαρινέλας ανάποδα.

Θυμάμαι και τον ήλιο να παλεύει να μπει στην τάξη
κάποιοι είχαν ξύσει χαμηλά την μπογιά απ' το τζάμι και χάζευαν έξω
"διάλειμμα!!!"
και τα γόνατα πότε πράσινα απ' το γρασίδι πότε κόκκινα απ' το χαλίκι.

Νο 000098

Όλη νύχτα χρουτσ χρουτσ πάνω απ' το κεφάλι μου πριόνιζαν δέντρα και τριανταφυλλιές
όμως δεν ξύπνησα σκεπασμένος με πριονίδια κλαδιά κι αγκάθια
κι όταν σηκώθηκα
κάποιος μπήκε στο δωμάτιο και ξάπλωσε στη θέση μου
να δει λέει το τελευταίο πράγμα που βλέπω πριν κοιμηθώ
-"Μα δεν κοίταξα εκεί" του φώναξα όταν πήρε στα χέρια του τη φωτογραφία σου
-"Ναι ναι ξέρω. Φταίει η βροχή, τα βουλωμένα λούκια της σκεπής, η ξύλινη σκάλα που τρίζει απ' το σαράκι."
-"Τί έγινε λέει;" απόρησα.
-"Η σχέση σου χρεοκόπησε φίλε. Αυτό έγινε" είπε κι άρπαξε το mp3 κι έχωσε το ένα ακουστικό στ' αυτί του.
-"Ακόμα αναρωτιέσαι ρε μεγάλε ποιος είμαι;" συνέχισε
"Είμαι αυτός που απάντησε χθες στο κινητό της πρώην σου. Η "επιτήρηση" που λένε. Ο έτσι της ρε παπάρα. Σταμάτα να την ενοχλείς." Έβγαλε τ' ακουστικό και κλείνοντας την πόρτα όσο πιο αργά γινόταν σιγοτραγούδησε

Κι η Παρασκευή, μέρα θλιβερή,
του φινάλε μας η παραμονή
Κάθε βράδυ του Σαββάαααατου...



Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

Νο 000097

Ό
ν
ε
ι
ρ
α
λ ε ι ψ ά
ό
π
ω
ς
τ α
δ
έ
ν
τ
ρ
α
τ ο ν
Φ
λ
ε
β
ά
ρ
η

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Νο 000096

Choose Life.
Choose a job.
Choose a career.
Choose a family.
Choose a fucking big television, choose washing machines, cars, compact disc players and electrical tin openers. Choose good health, low cholesterol, and dental insurance.
Choose fixed interest mortgage repayments.
Choose a starter home.
Choose your friends.
Choose leisurewear and matching luggage.
Choose a three-piece suit on hire purchase in a range of fucking fabrics.
Choose DIY and wondering who the fuck you are on Sunday morning.
Choose sitting on that couch watching mind-numbing, spirit-crushing game shows, stuffing fucking junk food into your mouth.
Choose rotting away at the end of it all, pissing your last in a miserable home, nothing more than an embarrassment to the selfish, fucked up brats you spawned to replace yourselves.
Choose your future.
Choose life...

Και ξαφνικά όλα έρχονται μπροστά σου σαν καλοψημένη μπριζόλα ακριβού εστιατορίου,
δυσκολεύεσαι να συνδέσεις αυτό που τρως με τη ζωή,
μονάχα μια λεπτομέρεια σε συνδέει με το παρελθόν σου,
κρατάς το μαχαίρι στο δεξί σου χέρι και δεν είναι απλά "οι καλοί τρόποι" που σ' αναγκάζουν,
μ' αυτό βολεύεσαι,
όπως κι εκείνος που σκοτώνει...

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Νο 000095

Μου πήρε πολύ καιρό
μα τώρα ξέρω πως δεν είμαι απ' τους έξυπνους
κι αυτή η μανία μου με σένα και το παρελθόν δε θα βγει σε καλό.

Τα βράδια φοβάμαι μην πάρει κανένας παλιός φίλος τηλέφωνο
μή χτυπήσει το κουδούνι κι αναγκαστώ και μιλήσω με κάποιον
γιατί τότε το επόμενο πρωί με ξυπνούν
όλοι αυτοί οι βραδινοί διάλογοι.
Επαναλαμβάνονται στο κεφάλι μου στη διαπασών
κι είναι όσα έχω πει κι όσα έχω ακούσει αλλά τόσο ανυπόφορα μπερδεμένα.

Μου πήρε πολύ καιρό
μα τώρα ξέρω ποιο είναι το βούτυρο και ποιο το μαχαίρι
και στο είχα πει, θυμάμαι τα λόγια μου καθαρά
"Αυτή η μανία σου με το πρωινό στο κρεβάτι
δε θα βγει σε καλό."

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

Νο 000094

Καθόταν πλάι μου στην κερκίδα κάθε Κυριακή στο γήπεδο
ήταν 86 χρονών
- "Πώς μας βλέπεις φέτος; Θ' ανέβουμε στην Β' ;" ρώτησα
- "Μπορεί αλλά εσύ γιατί ρωτάς; Του χρόνου δεν θα 'σαι εδώ, φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι για εδώ."

Τραγουδούσε μπροστά μου κάθε Σάββατο στα μπουζούκια
26 χρονών αλλά φαινόταν 36
- "Συνέχεια με γράφεις ρε Τζούλια και δεν έχω άλλα λεφτά"
- "Επιτέλους" μ' απαντά "όταν θ' αρχίσει το καλοκαιρινό πρόγραμμα δεν θα 'σαι εδώ, φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι για εδώ"

Έπινε μαζί μου μέσα απ' το μπαρ
4;30 το πρωί
τ' αφεντικό πιο δίπλα έριχνε τσάι στο μπουκάλι με το ουίσκι του για την επόμενη νύχτα.
"Πρώην αλκοολικός." μου ψιθύρισε η Μαρία
"Εγώ αμέσως σας καταλαβαίνω όλους απ' το ποτό που πίνετε" μου λέει και κατεβάζει το ποτό μου.
Ήταν η πρώτη φορά που μ' "έπιανε" το ποτό κι η Μαρία πρότεινε
"Έλα μαζί μου σπίτι να κεράσω καφέ μέχρι να ξημερώσει, γιατί φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι από εδώ."

Κάνει ένα τσαφ ο διακόπτης κι η ταμπέλα "Αιγαίο" σβήνει.

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2010

Νο 000093

Αυτή τη νύχτα στην απέναντι όχθη
εμείς γερασμένοι και καλοί
με πράξεις κακές να μας βαραίνουν
και 'συ τόσο νέα κι όμορφη που σ' ονόμασαν Μη-με-λησμόνει
μα όταν τα πόδια μας πάτησαν με δύναμη πάνω σου κι ετοιμάζονταν να στριφογυρίσουν
δε σε πείραζε που δεν γίναμε ποτέ κάτι σπουδαίο.

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Νο 000092

Περπατούσες μπροστά μου κι η τεράστια σκιά μου πότε-πότε σε άγγιζε
Ώρα 16:47
Δύση ηλίου 17:31

Είχες μια μανία με τα εγκαταλελειμμένα κτίρια και τα νεκροταφεία που βρίσκονται πάνω
σε λόφους πλημμυρισμένους χαμόμηλα.
Όταν φτάσαμε έδεσες πίσω τα μαλλιά μ' ένα μολύβι άναψες δυο Gauloise δίνοντας μου το ένα χωρίς να με κοιτάξεις.
"Ξέρεις παλιά έβρισκαν πολλούς γυρισμένους μπρούμυτα.
Πέθαναν εκεί μέσα προσπαθώντας να βγουν.
Μετά βρήκαν το κόλπο
τους έριχναν οινόπνευμα πάνω στα μάτια
ή φρόντιζαν το κρασί με το οποίο τους έλουζαν τα μαλλιά να πέφτει και να βρέχει όλο το πρόσωπο."

Νο 000091

-"Κάπου εδώ τη μαλακία που με δέρνει θα την καθίσω στο σκαμνί."
- "Δηλαδή;"
- "Χωρίζουμε. Γιατί; Τί περίμενες;

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Νο 000090

Οι πρώτες ματιές
"Fade to Black" η επική εισαγωγή.

Τί έγινε λοιπόν;
Πότε πήραμε την απόφαση
πώς άλλα έλεγε ο Σιδηρόπουλος αλλά δε δοκιμάσαμε ποτέ
κι ο Καρυωτάκης
άλλα έλεγε κι αυτός
κι αφού εσύ ξέφυγες και ζεις τί κάθεσαι και τον διαβάζεις;

Πώς αλλάζει η συμπεριφορά και τα λόγια
όταν ξεφορτωνόμαστε μια σχέση
με κοιτάς σαν βιβλίο του Dan Brown που έχεις ήδη διαβάσει
κι εγώ δεν έχω κόψει την επαφή μου με την εφηβεία
ακόμα αυνανίζομαι
και μετά φτιάχνω ιστορίες ότι εσύ κινδυνεύεις κι εγώ σε σώζω.

-"Τότε δεν έπρεπε να χωρίσουμε αλλά δεν σκεφτόμουν όπως τώρα" είπες
-"Δε θα 'χαμε καν γνωριστεί" σκέφτηκα.

26-30

Εσύ ψάχνεις την τύχη που είχε η καλύτερη σου φίλη
κι εγώ είμαι το τελευταίο ενάμισι λεπτό του "Running Out of Luck".

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

Νο 000089

-"Είσαι θυμωμένη;"
-"Ναι"
-"Μαζί μου;"
-"Ναι"
-"Γιατί;"
-"Γιατί δε μου δείχνεις πια τα χέρια σου και τα κρατάς πίσω απ' την πλάτη ή κάνεις πως κάτι έχασες και το ψάχνεις στις τσέπες."

Δεν μίλησε γύρισε την πλάτη του σ' εκείνη τη φωνή και πέρασε τη μέρα του
κοιτάζοντας σιωπηλός απ' το παράθυρο την μικρή πλατεία μπροστά απ' το σπίτι του
ούτε κατάλαβε πως πότε πότε δάκρυα κυλούσαν απ' τα μάτια του
όταν βράδιασε πήρε τ' αμάξι κι ανέβηκε στο κάστρο
τέντωσε τ' αυτιά του ν' ακούσει
το πρόγραμμα στα σκυλάδικα είχε ξεκινήσει μα τη φωνή της ακόμα μπορούσε να την ακούσει


Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Νο 000088

Περπάτησα 1023 μέτρα μέχρι να βγω απ' το χωριό που κάποιος πέταξε μέσα στα χωράφια.
Η άσφαλτος τελείωσε μετά χαλίκι μετά χώμα και μετά νερό

στο βυθό το οξυγόνο μου τελείωνε μα τα τεράστια χέρια σου δεν αποφάσιζαν να με σώσουν
και τα τεράστια μάτια σου κολλημένα στη γυάλα με παρατηρούσαν

κοίταξα τα πόδια μου και είδα πως τόσα χρόνια δεν περπατούσα
σπαρταρούσα σαν ψάρι έξω απ' το νερό
και τα δάχτυλά σου με έπαιζαν λες κι αυτή η μεταμόρφωση είχε από χρόνια τελειώσει
μα τώρα μπορώ κι αναπνέω κάτω απ' το νερό κι η μνήμη μου είναι μικρή, ένας οργασμός δευτερολέπτων και πάλι απ' την αρχή...

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Νο 000087

Τα χέρια του ήταν παγωμένα στο τιμόνι του ποδηλάτου
σταμάτησε να κοιτά προς το βουνό καθώς τα μάτια του δάκρυσαν απ' το κρύο
άλλαξε πορεία
διέσχισε την πόλη προς την ανατολή
πίσω του ο Κόζιακας
σιγουριά
διέσχιζε δρόμους που κάποτε ήταν ανάμεσα από ασβεστωμένα δέντρα
κι ούτε τον πείραξε που στα μέρη του σύχναζε άλλη γενιά
"Μέλλον" σκέφτηκε φωναχτά όμως αυτή τη φορά ούτε που την θυμήθηκε
αύξησε ταχύτητα γυρίζοντας το κεφάλι πλάγια κι η μαύρη κουκούλα πίσω στην πλάτη ανέμισε
"Όλα θα πάνε καλά" υποσχέθηκε και χάθηκε στη στροφή.