Τα χέρια του ήταν παγωμένα στο τιμόνι του ποδηλάτου
σταμάτησε να κοιτά προς το βουνό καθώς τα μάτια του δάκρυσαν απ' το κρύοάλλαξε πορεία
διέσχισε την πόλη προς την ανατολή
πίσω του ο Κόζιακας
σιγουριά
διέσχιζε δρόμους που κάποτε ήταν ανάμεσα από ασβεστωμένα δέντρα
κι ούτε τον πείραξε που στα μέρη του σύχναζε άλλη γενιά
"Μέλλον" σκέφτηκε φωναχτά όμως αυτή τη φορά ούτε που την θυμήθηκε
αύξησε ταχύτητα γυρίζοντας το κεφάλι πλάγια κι η μαύρη κουκούλα πίσω στην πλάτη ανέμισε
"Όλα θα πάνε καλά" υποσχέθηκε και χάθηκε στη στροφή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου