Σελίδες

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Νο 000096

Choose Life.
Choose a job.
Choose a career.
Choose a family.
Choose a fucking big television, choose washing machines, cars, compact disc players and electrical tin openers. Choose good health, low cholesterol, and dental insurance.
Choose fixed interest mortgage repayments.
Choose a starter home.
Choose your friends.
Choose leisurewear and matching luggage.
Choose a three-piece suit on hire purchase in a range of fucking fabrics.
Choose DIY and wondering who the fuck you are on Sunday morning.
Choose sitting on that couch watching mind-numbing, spirit-crushing game shows, stuffing fucking junk food into your mouth.
Choose rotting away at the end of it all, pissing your last in a miserable home, nothing more than an embarrassment to the selfish, fucked up brats you spawned to replace yourselves.
Choose your future.
Choose life...

Και ξαφνικά όλα έρχονται μπροστά σου σαν καλοψημένη μπριζόλα ακριβού εστιατορίου,
δυσκολεύεσαι να συνδέσεις αυτό που τρως με τη ζωή,
μονάχα μια λεπτομέρεια σε συνδέει με το παρελθόν σου,
κρατάς το μαχαίρι στο δεξί σου χέρι και δεν είναι απλά "οι καλοί τρόποι" που σ' αναγκάζουν,
μ' αυτό βολεύεσαι,
όπως κι εκείνος που σκοτώνει...

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Νο 000095

Μου πήρε πολύ καιρό
μα τώρα ξέρω πως δεν είμαι απ' τους έξυπνους
κι αυτή η μανία μου με σένα και το παρελθόν δε θα βγει σε καλό.

Τα βράδια φοβάμαι μην πάρει κανένας παλιός φίλος τηλέφωνο
μή χτυπήσει το κουδούνι κι αναγκαστώ και μιλήσω με κάποιον
γιατί τότε το επόμενο πρωί με ξυπνούν
όλοι αυτοί οι βραδινοί διάλογοι.
Επαναλαμβάνονται στο κεφάλι μου στη διαπασών
κι είναι όσα έχω πει κι όσα έχω ακούσει αλλά τόσο ανυπόφορα μπερδεμένα.

Μου πήρε πολύ καιρό
μα τώρα ξέρω ποιο είναι το βούτυρο και ποιο το μαχαίρι
και στο είχα πει, θυμάμαι τα λόγια μου καθαρά
"Αυτή η μανία σου με το πρωινό στο κρεβάτι
δε θα βγει σε καλό."

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

Νο 000094

Καθόταν πλάι μου στην κερκίδα κάθε Κυριακή στο γήπεδο
ήταν 86 χρονών
- "Πώς μας βλέπεις φέτος; Θ' ανέβουμε στην Β' ;" ρώτησα
- "Μπορεί αλλά εσύ γιατί ρωτάς; Του χρόνου δεν θα 'σαι εδώ, φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι για εδώ."

Τραγουδούσε μπροστά μου κάθε Σάββατο στα μπουζούκια
26 χρονών αλλά φαινόταν 36
- "Συνέχεια με γράφεις ρε Τζούλια και δεν έχω άλλα λεφτά"
- "Επιτέλους" μ' απαντά "όταν θ' αρχίσει το καλοκαιρινό πρόγραμμα δεν θα 'σαι εδώ, φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι για εδώ"

Έπινε μαζί μου μέσα απ' το μπαρ
4;30 το πρωί
τ' αφεντικό πιο δίπλα έριχνε τσάι στο μπουκάλι με το ουίσκι του για την επόμενη νύχτα.
"Πρώην αλκοολικός." μου ψιθύρισε η Μαρία
"Εγώ αμέσως σας καταλαβαίνω όλους απ' το ποτό που πίνετε" μου λέει και κατεβάζει το ποτό μου.
Ήταν η πρώτη φορά που μ' "έπιανε" το ποτό κι η Μαρία πρότεινε
"Έλα μαζί μου σπίτι να κεράσω καφέ μέχρι να ξημερώσει, γιατί φαίνεται από μακριά,
δεν είσαι από εδώ."

Κάνει ένα τσαφ ο διακόπτης κι η ταμπέλα "Αιγαίο" σβήνει.

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2010

Νο 000093

Αυτή τη νύχτα στην απέναντι όχθη
εμείς γερασμένοι και καλοί
με πράξεις κακές να μας βαραίνουν
και 'συ τόσο νέα κι όμορφη που σ' ονόμασαν Μη-με-λησμόνει
μα όταν τα πόδια μας πάτησαν με δύναμη πάνω σου κι ετοιμάζονταν να στριφογυρίσουν
δε σε πείραζε που δεν γίναμε ποτέ κάτι σπουδαίο.

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Νο 000092

Περπατούσες μπροστά μου κι η τεράστια σκιά μου πότε-πότε σε άγγιζε
Ώρα 16:47
Δύση ηλίου 17:31

Είχες μια μανία με τα εγκαταλελειμμένα κτίρια και τα νεκροταφεία που βρίσκονται πάνω
σε λόφους πλημμυρισμένους χαμόμηλα.
Όταν φτάσαμε έδεσες πίσω τα μαλλιά μ' ένα μολύβι άναψες δυο Gauloise δίνοντας μου το ένα χωρίς να με κοιτάξεις.
"Ξέρεις παλιά έβρισκαν πολλούς γυρισμένους μπρούμυτα.
Πέθαναν εκεί μέσα προσπαθώντας να βγουν.
Μετά βρήκαν το κόλπο
τους έριχναν οινόπνευμα πάνω στα μάτια
ή φρόντιζαν το κρασί με το οποίο τους έλουζαν τα μαλλιά να πέφτει και να βρέχει όλο το πρόσωπο."

Νο 000091

-"Κάπου εδώ τη μαλακία που με δέρνει θα την καθίσω στο σκαμνί."
- "Δηλαδή;"
- "Χωρίζουμε. Γιατί; Τί περίμενες;

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Νο 000090

Οι πρώτες ματιές
"Fade to Black" η επική εισαγωγή.

Τί έγινε λοιπόν;
Πότε πήραμε την απόφαση
πώς άλλα έλεγε ο Σιδηρόπουλος αλλά δε δοκιμάσαμε ποτέ
κι ο Καρυωτάκης
άλλα έλεγε κι αυτός
κι αφού εσύ ξέφυγες και ζεις τί κάθεσαι και τον διαβάζεις;

Πώς αλλάζει η συμπεριφορά και τα λόγια
όταν ξεφορτωνόμαστε μια σχέση
με κοιτάς σαν βιβλίο του Dan Brown που έχεις ήδη διαβάσει
κι εγώ δεν έχω κόψει την επαφή μου με την εφηβεία
ακόμα αυνανίζομαι
και μετά φτιάχνω ιστορίες ότι εσύ κινδυνεύεις κι εγώ σε σώζω.

-"Τότε δεν έπρεπε να χωρίσουμε αλλά δεν σκεφτόμουν όπως τώρα" είπες
-"Δε θα 'χαμε καν γνωριστεί" σκέφτηκα.

26-30

Εσύ ψάχνεις την τύχη που είχε η καλύτερη σου φίλη
κι εγώ είμαι το τελευταίο ενάμισι λεπτό του "Running Out of Luck".

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

Νο 000089

-"Είσαι θυμωμένη;"
-"Ναι"
-"Μαζί μου;"
-"Ναι"
-"Γιατί;"
-"Γιατί δε μου δείχνεις πια τα χέρια σου και τα κρατάς πίσω απ' την πλάτη ή κάνεις πως κάτι έχασες και το ψάχνεις στις τσέπες."

Δεν μίλησε γύρισε την πλάτη του σ' εκείνη τη φωνή και πέρασε τη μέρα του
κοιτάζοντας σιωπηλός απ' το παράθυρο την μικρή πλατεία μπροστά απ' το σπίτι του
ούτε κατάλαβε πως πότε πότε δάκρυα κυλούσαν απ' τα μάτια του
όταν βράδιασε πήρε τ' αμάξι κι ανέβηκε στο κάστρο
τέντωσε τ' αυτιά του ν' ακούσει
το πρόγραμμα στα σκυλάδικα είχε ξεκινήσει μα τη φωνή της ακόμα μπορούσε να την ακούσει


Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Νο 000088

Περπάτησα 1023 μέτρα μέχρι να βγω απ' το χωριό που κάποιος πέταξε μέσα στα χωράφια.
Η άσφαλτος τελείωσε μετά χαλίκι μετά χώμα και μετά νερό

στο βυθό το οξυγόνο μου τελείωνε μα τα τεράστια χέρια σου δεν αποφάσιζαν να με σώσουν
και τα τεράστια μάτια σου κολλημένα στη γυάλα με παρατηρούσαν

κοίταξα τα πόδια μου και είδα πως τόσα χρόνια δεν περπατούσα
σπαρταρούσα σαν ψάρι έξω απ' το νερό
και τα δάχτυλά σου με έπαιζαν λες κι αυτή η μεταμόρφωση είχε από χρόνια τελειώσει
μα τώρα μπορώ κι αναπνέω κάτω απ' το νερό κι η μνήμη μου είναι μικρή, ένας οργασμός δευτερολέπτων και πάλι απ' την αρχή...

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Νο 000087

Τα χέρια του ήταν παγωμένα στο τιμόνι του ποδηλάτου
σταμάτησε να κοιτά προς το βουνό καθώς τα μάτια του δάκρυσαν απ' το κρύο
άλλαξε πορεία
διέσχισε την πόλη προς την ανατολή
πίσω του ο Κόζιακας
σιγουριά
διέσχιζε δρόμους που κάποτε ήταν ανάμεσα από ασβεστωμένα δέντρα
κι ούτε τον πείραξε που στα μέρη του σύχναζε άλλη γενιά
"Μέλλον" σκέφτηκε φωναχτά όμως αυτή τη φορά ούτε που την θυμήθηκε
αύξησε ταχύτητα γυρίζοντας το κεφάλι πλάγια κι η μαύρη κουκούλα πίσω στην πλάτη ανέμισε
"Όλα θα πάνε καλά" υποσχέθηκε και χάθηκε στη στροφή.