Σελίδες

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009

Νο 000037

-------------------------------------------------------------------------------------------------

Βάδιζε όλη μέρα απ την μια άκρη της πόλης στην άλλη,
25 λεπτά υπόθεση, ώσπου βράδιασε.
Έφτασε κατάκοπος σπίτι. Η πόρτα δεν άνοιγε πάλι. Χτύπησε το κουδούνι από συνήθεια.

Έκπληκτος άκουσε βήματα πίσω από την πόρτα και μια γυναικεία φωνή τον ρώτησε φωνάζοντας δυνατά και σταθερά:
«Ποιος είναι;»
Πριν απαντήσει η πόρτα είχε ανοίξει. Η μορφή της γυναίκας δεν του ήταν άγνωστη.
- «Καλώς ήρθες. Πέρασε».
- «Είναι το σπίτι μου».
- «Πέρασε».
Εκείνος κοντοστάθηκε. «Είναι η Ερινύς, αυτή που καλείς να ξεφωνήσει μέσα στο σπίτι...» μουρμούρισε χωρίς να την ξανακοιτάξει και πέρασε.

Γυρίζοντας, τον είδε να κάθεται ανάβοντας τσιγάρο στο στρωμένο τραπέζι.
«Μπορείς να φας όσο κρέας θέλεις είμαι χορτοφάγος» του είπε,
εκείνος γέλασε δυνατά κοιτάζοντας το σφαγμένο πορτοκάλι δίπλα στο καλοψημένο χοιρινό μα όχι για πολύ,
ο καπνός του τσιγάρου περιστράφηκε μέσα του κάνοντάς τον να βήξει,
μένοντας χωρίς αναπνοή έβηξε δυνατότερα.

Δεν μίλησαν περισσότερο, δείπνησαν και κοιμήθηκαν χωριστά.
Όταν σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι εκείνος είχε φύγει,
βρήκε κρύο καφέ στην κουζίνα, έβγαλε λίγα σταφύλια απ’ το ψυγείο άναψε τσιγάρο και κάθισε.
«Εδώ» ακούστηκε η φωνή πίσω της,
γυρίζοντας πρόλαβε να δει την κομμένη ουρά ενός αριθμού να ξεφεύγει απ’ τα σκληρά φύλλα του ημερολογίου της και ν’ απομακρύνεται.
Έφερε λαίμαργα στο στόμα της μια μισοπαγωμένη ρώγα σταφύλι και μούγκρισε ευχαριστημένη.

«Καλωσόρισες Τισιφόνη» είπε στον καθρέφτη και άνοιξε την εξώπορτα.
Την έσυρε απ τα μαλλιά στο υπνοδωμάτιο. Πίεσε το μαξιλάρι πάνω στο άσχημο πρόσωπό της. Το μόνο που σκέφτηκε ήταν ένα ανέκδοτο που δε θα προλάβαινε να πει στο κυριακάτικο τραπέζι. Η τελευταία ανάσα της ήταν ένα αστείο που σταμάτησε με την καρδιά της. Πήρε το άψυχο σώμα και το κατέβασε στο υπόγειο.

Βράδιαζε όταν κατάκοπος, μετρώντας ανάποδα έφτασε στην εξώπορτα.
Η πόρτα δεν άνοιγε, χτύπησε το κουδούνι και περίμενε, η ουρά του αριθμού κουλουριάστηκε άρρητη στη χούφτα του, η πόρτα άνοιξε όταν μια τυχαία λέξη άρχισε να επαναλαμβάνεται,
η διαφορά με πριν ήταν ότι τώρα δεν μπορούσε να ξεφύγει,
δεν υπήρχε τρόπος να σκεφτεί.
Η δίνη μεγάλωσε.



-------------------------------------------------------------------------------------------------

Σημείωση:

Οι Ερινύες ήταν τρεις.
Από τα μάτια τους χυνόταν δηλητηριασμένος αφρός και αντί μαλλιών είχαν φίδια. Πλησίαζαν με αλύχτισμα. Οι αναθυμιάσεις των ήταν ανυπόφοροι.
Το αίμα που χύθηκε από το μεγάλο τραύμα τού θεού Ουρανού, μετά τον ακρωτηριασμό του, έπεσε στην Γαία ή Γη, το κυοφόρησε και από αυτό γεννήθηκαν:
η Μέγαιρα - του μίσους,
η Αληκτώ - η αδυσώπητη μανία,
η Τισιφόνη - η εκδικήτρια των φόνων
(Ησίοδος, Θεογονία 185).

Η Εγκεφαλική Ανοξία είναι η έλλειψη οξυγόνου του εγκεφάλου. Αν είναι μεγάλη, μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές στον εγκέφαλο. Σε πιο ήπιες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει αισθητηριακές αλλοιώσεις και παραισθήσεις. Η Εγκεφαλική Ανοξία έχει προταθεί από μερικούς ερευνητές, σαν η αιτία Επιθανάτιων Εμπειριών.

Οι άρρητοι αριθμοί έχουν άπειρο αριθμό, μή επαναλαμβανόμενων περιοδικά, δεκαδικών ψηφίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου