Σελίδες

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

Όπως έπρεπε να γίνει

Ήταν ένας κουφός άντρας ετών 82
βγήκε στο μπαλκόνι του σπιτιού του
Ήταν απόγευμα κι η γυναίκα του έψησε καφέ
του τον πήγε και τον άφησε μόνο στο μπαλκόνι
Τα χελιδόνια είχαν έρθει
Συνήθιζαν να στέκονται στα κάγκελα και να τον συντροφεύουν κάθε απόγευμα
Το μπαλκόνι ήταν ανατολικό κι η σκιά τους άρεσε
Έτσι και σήμερα ένα ζευγάρι είχε καθίσει ένα μέτρο μακριά του
Εκείνος τα κοιτούσε ανάβοντας το τσιγάρο του και χαμογελούσε
όταν ξαφνικά άκουσε το τιτίβισμά τους
έκπληκτος έβγαλε μια φωνή χαράς που ακούστηκε σ' όλη τη γειτονιά
Όταν η γυναίκα του έτρεξε να τον δει
είχε κλείσει τα μάτια για πάντα.

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Ο «φωτογράφος»


Το τελευταίο εξάμηνο πήγαινε για καφέ στον «Νάρκισσο». Ένα καφέ-ζαχαροπλαστείο με ωραία διακόσμηση λίγο απόμερο αλλά στην αρχή της παλιάς πόλης με θέα το κάστρο. Ήταν φθινόπωρο αλλά είχε ακόμα ζέστη και καθώς κάπνιζε είχε καθίσει έξω και περίμενε έναν φίλο του που δε δούλευε ούτε αυτός πρωινές ώρες. Δίπλα του καθόταν ο «φωτογράφος». Μια γνωστή φιγούρα της πόλης. Λένε πως ήταν πολιτικός μηχανικός αλλά είχε ένα άσχημο τρακάρισμα και από τότε τριγύριζε στους δρόμους όλη μέρα. Δεν ήξερε πότε πρωτοεμφανίστηκε με τη φωτογραφική μηχανή και το μεγάλο μυστήριο ήταν αν αυτή η μηχανή είχε κάποιο φιλμ. Τον τελευταίο καιρό ο «φωτογράφος» μιλούσε με διάφορες ερωτήσεις κοιτάζοντας ευθεία μπροστά του. Το ίδιο έκανε και τώρα. Κρατούσε ένα στυλό και σημείωνε στο χαρτί αλλά πότε-πότε σήκωνε το κεφάλι και ρωτούσε:
«Όταν στο ‘πε το ‘πε;»
«Στο ‘πε να το πεις;»
«Τα ‘δωνε και τα ‘χε;»
«Τώρα που στο ‘πα θα το πεις;»
Όλες αυτές οι ερωτήσεις του φάνηκαν πολύ έξυπνες εκείνο το πρωί.
Όταν μάλιστα τον πλησίασε ο διπλανός καταστηματάρχης για να του πει:
«Αφοσιώσου στο γράψιμο και μη ρωτάς».
Εκείνος ξαναρώτησε:
«Το στυλό στο δίνω ή το παίρνεις:»